LOADING

Type to search

ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΣ ΦΕΜΙΝΙΣΜΟΣ ΟΛΑ ΤΑ ΑΡΘΡΑ

Γνωριμία με τον Κοινοτικό Φεμινισμό – Tierra y Libertad

[travel paintings] indigenous women in Bolivia, Peru / kyenam

Το παρακάτω κείμενο δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα Tierra y Libertad

Ο κοινοτικός φεμινισμός ένα από τα πολλά ρεύματα που έχουν αναδυθεί τις τελευταίες δεκαετίες στη Λατινική Αμερική, μέσα σε μία πανσπερμία φεμινισμών. Γεννήθηκε στη Βολιβία από γυναίκες Αϋμάρα, με αφετηρία τη λαϊκή εξέγερση του Ελ Άλτο τον Οκτώβρη του 2003 αλλά σήμερα έχει εξαπλωθεί και σε πολλές ακόμη χώρες της ηπείρου.

Πρόκειται για έναν φεμινισμό, ο οποίος υποστηρίζει ότι οι διεκδικήσεις για τις γυναίκες μπορούν να επιτευχθούν από μία θέση αυτονομίας σε σχέση με το Κράτος και τα πολιτικά κόμματα, με αυτοοργάνωση και όχι μέσα από τους θεσμούς. Έρχεται σε ρήξη με τον κυρίαρχο φεμινισμό, εκείνον που εισήγαγε ο νεοφιλελευθερισμός, έναν φεμινισμό που οδήγησε στη θεσμοποίηση του φεμινιστικού κινήματος μέσα από Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, ξένες και εγχώριες. Αυτές οι ΜΚΟ μετατράπηκαν σε τεχνοκράτες του φύλου, μεταχειρίστηκαν «καθωσπρέπει συμπεριφορές» αρκετά απομακρυσμένες από τις κινητοποιήσεις των γυναικών στους δρόμους και μιλούσαν για λογαριασμό των γυναικών, προτάσσοντας όμως τα αιτήματα των γυναικών της μεσαίας και υψηλής τάξης.

Ο κοινοτικός φεμινισμός διαφοροποιείται σε αρκετά σημεία και από τον δυτικό (ευρωπαϊκό και βορειοαμερικανικό) φεμινισμό, αν και βρίσκεται σε ανοικτό διάλογο μαζί του. Η μήτρα του ευρωπαϊκού φεμινισμού είναι ο ατομισμός, η νεωτερικότητα, τα αστικά και πολιτικά δικαιώματα. Αντίθετα, ο κοινοτικός φεμινισμός έχει ως ορίζοντα του την κοινότητα και τη δέσμευση με τους αγώνες των αυτοχθόνων λαών. Δεν απαξιώνουμε, λένε οι κοινοτίστριες φεμινίστριες αυτά που οι γυναίκες στην Ευρώπη, έχουν πετύχει και πετυχαίνουν στις κοινωνίες τους. Όμως ο δικός μας φεμινισμός δεν μπορεί να είναι ένα υποκατάστημα της Ευρώπης. Χρειάζεται να μιλήσουμε για τις δικές μας ανάγκες που απορρέουν από τα χαρακτηριστικά των δικών μας πολιτισμών και των ευρύτερων κοινωνικών πραγματικοτήτων στη Λατινική Αμερική. Συχνά οι δυτικές φεμινίστριες μας βλέπουν σαν μαθητευόμενες της δυτικής σκέψης και δε μας αντιμετωπίζουν ως ισότιμες συνομιλήτριες. Επιπλέον, δεν κατανοούν πλήρως τις δικές μας ανάγκες, γιατί δε μας προσεγγίζουν στο πλαίσιο μας. Δεν αντιλαμβάνονται, για παράδειγμα το ρατσισμό που βιώνουμε στο εσωτερικό των χωρών μας, ούτε λαμβάνουν υπόψη τις επιπτώσεις της νεοαποικιοκρατίας, που εκφράζεται σήμερα μέσα από το λεγόμενο εξορυκτικό – ενεργειακό μοντέλο, τις επιπτώσεις του οποίου βιώνουμε στα εδάφη μας.

Τρίτον, ο κοινοτικός φεμινισμός, παρόλο που εκπροσωπείται κυρίως από ιθαγενείς γυναίκες, παίρνει αποστάσεις και από τον ιθαγενισμό, ο οποίος αναδεικνύει μεν την ιστορική καταπίεση των ιθαγενών λαών από την αποικιοκρατία μέχρι σήμερα, από την άλλη, συνοδεύεται συχνά από μία εξιδανίκευση του προαποικιακού παρελθόντος. Έτσι, επικρατεί η άποψη ότι οι γυναίκες θα κατάφερναν να βελτιώσουν την κατάσταση τους, επιστρέφοντας σε ένα αρμονικό παρελθόν όπου δεν υπήρχε, υποτίθεται, πατριαρχική καταπίεση. Ο ιθαγενισμός, επισημαίνουν οι κοινοτίστριες φεμινίστριες, καταλήγει να συγκαλύπτει την καταπίεση που βιώνουν οι γυναίκες και τα LGBTQI άτομα στο εσωτερικό των κοινοτήτων.

Τέλος, ο κοινοτικός φεμινισμός επικρίνει και τον αριστερό φεμινισμό ως μονοδιάστατο και αναγωγιστικό, καθώς ο δεύτερος δε δίνει λύση στο εδώ και στο τώρα για τη βία που υφίστανται οι γυναίκες, αλλά εξαρτά την απελευθέρωση τους από τον αγώνα ενάντια στον καπιταλισμό. Όπως λέει μία από τις βασικές φεμινίστριες κοινοτίστριες, η Χουλιέτα Παρέδες, «οι αριστερές φεμινίστριες ξεκινούν από την πάλη των τάξεων για να κατανοήσουν την καταπίεση των γυναικών, αντί να ξεκινήσουν από τα σώματα τους για να κατανοήσουν την πάλη των τάξεων».

Οι ιθαγενείς γυναίκες, εκείνες που βιώνουν στο πετσί τους τη φτώχεια, το ρατσισμό και τον κοινωνικό αποκλεισμό, «ενάντια στην υφαρπαγή της εκπροσώπησης», όπως δηλώνουν, θέτουν το ζήτημα του δικαιώματος να μιλάνε με τη δική τους φωνή, χωρίς τη διαμεσολάβηση όλων των παραπάνω φεμινισμών. Διαμόρφωσαν λοιπόν μία πολιτική θεωρία και δράση, τον κοινοτικό φεμινισμό, ο οποίος πρώτον, είναι αντισυστημικός, δεύτερον, είναι διαθεματικός, καθώς δίνει έμφαση στο πώς τέμνονται οι καταπιέσεις φύλου, τάξης και φυλής και τρίτον, έχει ως κέντρο του την κοινότητα. Ποια κοινότητα; Όχι αυτήν που υπάρχει σήμερα, αλλά εκείνη που οι ίδιες οι γυναίκες θέλουν να χτίσουν, «απαλλαγμένη από την πατριαρχία που διαρρηγνύει την ισορροπία της ζωής» και σε αρμονία με την Πατσαμάμα, τη Μητέρα Γη.

Ο κοινοτικός φεμινισμός έχει προχωρήσει σε πολύ γόνιμες επανανοηματοδοτήσεις κλασικών φεμινιστικών όρων, όπως είναι εκείνοι του κοινωνικού φύλου ή της πατριαρχίας, ενώ έχει εισαγάγει και δικές του έννοιες: αρχέγονη γηγενής πατριαρχία, πατριαρχική διασταύρωση, οριζόντια συμπληρωματικότητα. Δεν αρκεί, όμως, ένας φεμινισμός της ερμηνείας, λένε οι κοινοτίστριες φεμινίστριες. Πρέπει και να χτίσουμε ένα πολιτικό σχέδιο. Έτσι, τα βασικά προτάγματα αυτού του φεμινισμού είναι η αντιρατιστική και η αντιαποικιακή δράση, η «αποαποικιοποίηση των μυαλών και των σωμάτων» και η «αποπατριαρχικοποίηση των σχέσεων στην κοινότητα».

Ο κοινοτικός φεμινισμός ένα από τα πολλά ρεύματα που έχουν αναδυθεί τις τελευταίες δεκαετίες στη Λατινική Αμερική, μέσα σε μία πανσπερμία φεμινισμών. Γεννήθηκε στη Βολιβία από γυναίκες Αϋμάρα, με αφετηρία τη λαϊκή εξέγερση του Ελ Άλτο τον Οκτώβρη του 2003 αλλά σήμερα έχει εξαπλωθεί και σε πολλές ακόμη χώρες της ηπείρου.

Πρόκειται για έναν φεμινισμό, ο οποίος υποστηρίζει ότι οι διεκδικήσεις για τις γυναίκες μπορούν να επιτευχθούν από μία θέση αυτονομίας σε σχέση με το Κράτος και τα πολιτικά κόμματα, με αυτοοργάνωση και όχι μέσα από τους θεσμούς. Έρχεται σε ρήξη με τον κυρίαρχο φεμινισμό, εκείνον που εισήγαγε ο νεοφιλελευθερισμός, έναν φεμινισμό που οδήγησε στη θεσμοποίηση του φεμινιστικού κινήματος μέσα από Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, ξένες και εγχώριες. Αυτές οι ΜΚΟ μετατράπηκαν σε τεχνοκράτες του φύλου, μεταχειρίστηκαν «καθωσπρέπει συμπεριφορές» αρκετά απομακρυσμένες από τις κινητοποιήσεις των γυναικών στους δρόμους και μιλούσαν για λογαριασμό των γυναικών, προτάσσοντας όμως τα αιτήματα των γυναικών της μεσαίας και υψηλής τάξης.

Ο κοινοτικός φεμινισμός διαφοροποιείται σε αρκετά σημεία και από τον δυτικό (ευρωπαϊκό και βορειοαμερικανικό) φεμινισμό, αν και βρίσκεται σε ανοικτό διάλογο μαζί του. Η μήτρα του ευρωπαϊκού φεμινισμού είναι ο ατομισμός, η νεωτερικότητα, τα αστικά και πολιτικά δικαιώματα. Αντίθετα, ο κοινοτικός φεμινισμός έχει ως ορίζοντα του την κοινότητα και τη δέσμευση με τους αγώνες των αυτοχθόνων λαών. Δεν απαξιώνουμε, λένε οι κοινοτίστριες φεμινίστριες αυτά που οι γυναίκες στην Ευρώπη, έχουν πετύχει και πετυχαίνουν στις κοινωνίες τους. Όμως ο δικός μας φεμινισμός δεν μπορεί να είναι ένα υποκατάστημα της Ευρώπης. Χρειάζεται να μιλήσουμε για τις δικές μας ανάγκες που απορρέουν από τα χαρακτηριστικά των δικών μας πολιτισμών και των ευρύτερων κοινωνικών πραγματικοτήτων στη Λατινική Αμερική. Συχνά οι δυτικές φεμινίστριες μας βλέπουν σαν μαθητευόμενες της δυτικής σκέψης και δε μας αντιμετωπίζουν ως ισότιμες συνομιλήτριες. Επιπλέον, δεν κατανοούν πλήρως τις δικές μας ανάγκες, γιατί δε μας προσεγγίζουν στο πλαίσιο μας. Δεν αντιλαμβάνονται, για παράδειγμα το ρατσισμό που βιώνουμε στο εσωτερικό των χωρών μας, ούτε λαμβάνουν υπόψη τις επιπτώσεις της νεοαποικιοκρατίας, που εκφράζεται σήμερα μέσα από το λεγόμενο εξορυκτικό – ενεργειακό μοντέλο, τις επιπτώσεις του οποίου βιώνουμε στα εδάφη μας.

Τρίτον, ο κοινοτικός φεμινισμός, παρόλο που εκπροσωπείται κυρίως από ιθαγενείς γυναίκες, παίρνει αποστάσεις και από τον ιθαγενισμό, ο οποίος αναδεικνύει μεν την ιστορική καταπίεση των ιθαγενών λαών από την αποικιοκρατία μέχρι σήμερα, από την άλλη, συνοδεύεται συχνά από μία εξιδανίκευση του προαποικιακού παρελθόντος. Έτσι, επικρατεί η άποψη ότι οι γυναίκες θα κατάφερναν να βελτιώσουν την κατάσταση τους, επιστρέφοντας σε ένα αρμονικό παρελθόν όπου δεν υπήρχε, υποτίθεται, πατριαρχική καταπίεση. Ο ιθαγενισμός, επισημαίνουν οι κοινοτίστριες φεμινίστριες, καταλήγει να συγκαλύπτει την καταπίεση που βιώνουν οι γυναίκες και τα LGBTQI άτομα στο εσωτερικό των κοινοτήτων.

Τέλος, ο κοινοτικός φεμινισμός επικρίνει και τον αριστερό φεμινισμό ως μονοδιάστατο και αναγωγιστικό, καθώς ο δεύτερος δε δίνει λύση στο εδώ και στο τώρα για τη βία που υφίστανται οι γυναίκες, αλλά εξαρτά την απελευθέρωση τους από τον αγώνα ενάντια στον καπιταλισμό. Όπως λέει μία από τις βασικές φεμινίστριες κοινοτίστριες, η Χουλιέτα Παρέδες, «οι αριστερές φεμινίστριες ξεκινούν από την πάλη των τάξεων για να κατανοήσουν την καταπίεση των γυναικών, αντί να ξεκινήσουν από τα σώματα τους για να κατανοήσουν την πάλη των τάξεων».

Οι ιθαγενείς γυναίκες, εκείνες που βιώνουν στο πετσί τους τη φτώχεια, το ρατσισμό και τον κοινωνικό αποκλεισμό, «ενάντια στην υφαρπαγή της εκπροσώπησης», όπως δηλώνουν, θέτουν το ζήτημα του δικαιώματος να μιλάνε με τη δική τους φωνή, χωρίς τη διαμεσολάβηση όλων των παραπάνω φεμινισμών. Διαμόρφωσαν λοιπόν μία πολιτική θεωρία και δράση, τον κοινοτικό φεμινισμό, ο οποίος πρώτον, είναι αντισυστημικός, δεύτερον, είναι διαθεματικός, καθώς δίνει έμφαση στο πώς τέμνονται οι καταπιέσεις φύλου, τάξης και φυλής και τρίτον, έχει ως κέντρο του την κοινότητα. Ποια κοινότητα; Όχι αυτήν που υπάρχει σήμερα, αλλά εκείνη που οι ίδιες οι γυναίκες θέλουν να χτίσουν, «απαλλαγμένη από την πατριαρχία που διαρρηγνύει την ισορροπία της ζωής» και σε αρμονία με την Πατσαμάμα, τη Μητέρα Γη.

Ο κοινοτικός φεμινισμός έχει προχωρήσει σε πολύ γόνιμες επανανοηματοδοτήσεις κλασικών φεμινιστικών όρων, όπως είναι εκείνοι του κοινωνικού φύλου ή της πατριαρχίας, ενώ έχει εισαγάγει και δικές του έννοιες: αρχέγονη γηγενής πατριαρχία, πατριαρχική διασταύρωση, οριζόντια συμπληρωματικότητα. Δεν αρκεί, όμως, ένας φεμινισμός της ερμηνείας, λένε οι κοινοτίστριες φεμινίστριες. Πρέπει και να χτίσουμε ένα πολιτικό σχέδιο. Έτσι, τα βασικά προτάγματα αυτού του φεμινισμού είναι η αντιρατιστική και η αντιαποικιακή δράση, η «αποαποικιοποίηση των μυαλών και των σωμάτων» και η «αποπατριαρχικοποίηση των σχέσεων στην κοινότητα».

Leave a Comment

Your email address will not be published. Required fields are marked *